Αλαμάνας 3, Μαρούσι (δίπλα στο Ιατρικό Κέντρο)

Ριζικές κύστεις

Ακρορριζικές ή ριζικές ή περιοδοντικές κύστεις

Είναι οι συχνότερες κύστεις των γνάθων και θεωρούνται φλεγμονώδους αρχής.

Σχετίζονται και προέρχονται από ένα δόντι, το οποίο εμφανίζει παθολογία. Η παθολογία αυτή συνήθως είναι η τερηδόνα που έχει καταστρέψει τους σκληρούς ιστούς του δοντιού και έχει νεκρώσει το εσωτερικό του, δηλαδή το νεύρο του (στην πραγματικότητα νεκρώνονται οι εσωτερικοί μαλθακοί ιστοί του δοντιού συμπεριλαμβανομένου και του νεύρου). Η νέκρωση αυτή παράγει ουσίες που διεγείρουν τα εμβρυικά επιθηλιακά υπολείμματα της περιοχής και τα κάνει να πολλαπλασιαστούν.

Τα εμβρυικά αυτά υπολείμματα σχετίζονται με το σχηματισμό του δοντιού και παραμένουν στην περιοχή των γνάθων μετά την ολοκλήρωση του σχηματισμού τους. Η νέκρωση του δοντιού μπορεί να προέρχεται και από τραυματισμό του δοντιού χωρίς απαραίτητα την παρουσία τερηδόνας.

Καθώς εξελίσσεται ο πολλαπλασιασμός των επιθηλιακών κυττάρων μπορεί να σχηματιστεί στην περιοχή αντί της κύστης ένα ακκροριζικό κοκκίωμα, δηλαδή μια παθολογική οντότητα που δεν έχει εσωτερική κοιλότητα. Στη συνέχεια και καθώς η παθολογική εξεργασία συνεχίζεται τα κύτταρα που βρίσκονται στο κέντρο του κοκκιώματος νεκρώνονται και σχηματίζεται μια μικρή κύστη που προοδευτικά μεγαλώνει.

Πότε και σε ποιες περιοχές εμφανίζονται ριζικές κύστεις;

Οι κύστεις αυτές μπορεί να εμφανιστούν σε όλα τα άτομα ανεξαρτήτου ηλικίας και φύλου. Είναι συχνότερες στους άνδρες σε βαθμό στατιστικά λίαν σημαντικό. Η συχνότερη θέση εντόπισης είναι η πρόσθια περιοχή της άνω γνάθου, πράγμα που πιθανόν σχετίζεται και με το γεγονός ότι στην περιοχή αυτή είναι συχνοί τραυματισμοί των δοντιών που οδηγούν σε νέκρωση.

Σε μεγαλύτερη συχνότητα απαντούν από τα τριάντα έως τα πενήντα έτη της ηλικίας, ενώ είναι αρκετά σπάνιες στα παιδιά, παρά το γεγονός ότι τα νεογιλά δόντια εμφανίζουν συχνά παθολογία.

Η εξήγηση του γεγονότος αυτού πιθανολογείται ότι είναι η γρήγορη απόπτωση των νεογιλών δοντιών, αλλά και η έλλειψη εμβρυικών επιθηλιακών υπολειμμάτων που να σχετίζονται με νεογιλά δόντια.

Πως μπορεί να καταλάβει κανείς ότι πάσχει από ακρορριζική κύστη;

Οι κύστεις αυτές συνήθως διαδράμουν ασυμπτωματικά και εμφανίζονται σαν τυχαίο ακτινογραφικό εύρημα. Καθώς μεγαλώνουν προκαλούν σκληρή αρχικά και μαλακή στη συνέχεια διόγκωση των γνάθων, συχνότερα στην πλευρά των γνάθων που ακουμπά στα χείλη και τις παρειές και σπανιότερα στην πλευρά του ουρανίσκου. Η διόγκωση αυτή είναι ανώδυνη μπορεί όμως να συμβεί επιμόλυνση και να εκδηλωθούν συμπτώματα οξείας φλεγμονής με πόνο και οίδημα.

Σε κάποιες περιπτώσεις η λοίμωξη μπορεί να συνοδεύεται και από γενικά συμπτώματα όπως πυρετός και διόγκωση των λεμφαδένων του τραχήλου. Η λοίμωξη μπορεί να αφήσει ένα συρίγγιο, δηλαδή ένα σωληνάκι που συνδέει την κύστη με τη στοματική κοιλότητα και παροχετεύει υφάλμυρο έκκριμα. Σε κάποιες περιπτώσεις οι κύστεις αυτές γίνονται αντιληπτές γιατί το σχετιζόμενο δόντι πονά κατά τη μάσηση.

Τι μπορεί να κάνει κάποιος όταν πάσχει από ακρορριζική κύστη;

Πρέπει να επισκεφτεί τον ιατρό του, ο οποίος θα βγάλει μια ακτινογραφία. Στην ακτινογραφία αυτή πρέπει να φάνει η κύστη και το υπεύθυνο δόντι. Στη συνέχεια ο ιατρός θα κάνει δοκιμασία  ζωτικότητας στα πιθανά υπεύθυνα δόντια και θα εντοπίζει το νεκρό δόντι.

Η δοκιμασία ζωτικότητας είναι η εφαρμογή ψυχρού ή ηλεκτρικού ερεθίσματος πάνω σε ένα δόντι και ο έλεγχος του πόνου σε αυτό. Αν το δόντι δεν πονά κατά την εφαρμογή του ερεθίσματος τότε πιθανόν είναι νεκρό. Στις ακρορριζικές κύστεις υπάρχει πάντοτε κάποιο σχετιζόμενο νεκρό δόντι.

Όταν η κύστη μεγαλώνει μπορεί να συμπεριλάβει και άλλα δόντια, τα οποία στη δοκιμασία ζωτικότητας δείχνουν να μην αντιδρούν. Όμως στην πραγματικότητα σπάνια νεκρώνονται αληθώς, γιατί ναι μεν δεν αντιδρούν που σημαίνει ότι το νεύρο τους  έχει επηρεαστεί όμως τα αγγεία τους εξασφαλίζουν τη ζωτικότητά τους. Έτσι συνήθως θεραπεία χρειάζεται μόνο το δόντι που έχει προκαλέσει την κύστη και όχι τα άλλα.

Ποια η θεραπεία των ακρορριζικών κύστεων;

Η θεραπεία εξαρτάται κυρίως από το υπεύθυνο δόντι και το μέγεθος της κύστης. Αν το υπεύθυνο δόντι μπορεί να αποκατασταθεί με επανορθωτική οδοντιατρική και η κύστη είναι σχετικά μικρή αρκεί η απονεύρωση και η προσθετική αποκατάσταση του δοντιού.

Το δόντι στη συνέχεια παρακολουθείται ακτινογραφικά σε 6, 12 ,24 μήνες και διαπιστώνεται η υποχώρηση της κύστης. Αν παρόλα αυτά η κύστη παραμείνει ίδια σε διαστάσεις ή συνεχίσει να μεγαλώνει ή προκαλέσει προβλήματα όπως πόνο και οίδημα τότε πρέπει να αφαιρείται χειρουργικά.

Χειρουργικά επίσης πρέπει να αφαιρούνται οι κύστεις, όταν το υπαίτιο δόντι δεν μπορεί να παραμείνει στο φραγμό, οπότε αφαιρείται μαζί με την κύστη. Εξαρχής χειρουργική επίσης προτείνεται σε μεγάλες κύστεις που το δόντι είναι αποκαταστάσιμο αλλά το μέγεθός της κύστης επιβάλλει τη χειρουργική αντιμετώπιση της περίπτωσης. Χειρουργική τέλος προτείνεται στην περίπτωση που δεν είναι δυνατή η ενδοδοντική θεραπεία του δοντιού συνήθως λόγω ενός άξονα η ενός εργαλείου που έχει σπάσει μέσα στο ριζικό σωλήνα ή υλικού που έχει εξέλθει εκτός του ριζικού σωλήνα.

Όσον αφορά τρόπο που πρέπει να γίνει η χειρουργική επέμβαση υπάρχουν διάφορες τεχνικές. Στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων η σωστότερη αντιμετώπιση είναι η αφαίρεση ολόκληρης της κύστης με μια διαδικασία που ονομάζεται εκπυρήνιση.

Όσον αφορά το υπαίτιο δόντι αυτό είτε αφαιρείται, είτε γίνεται σε αυτό ακρορριζεκτομή με ή χωρίς ανάστροφη έμφραξη. Δηλαδή το τελευταίο τμήμα της ρίζας του κόβεται και είτε μένει ως έχει σε περίπτωση που η απονεύρωση πέραν του σημείου του κοψίματος είναι επαρκής, είτε το τελευταίο τμήμα της ρίζας κόβεται και εκτελείται ανάστροφη έμφραξη, δηλαδή έμφραξη με υλικό μετά από μικροπαρασκευή του εναπομείναντος τμήματος της ρίζας σε περίπτωση που η απονεύρωση δεν είναι τέλεια.

Σε εξαιρετικά σπάνιες περιπτώσεις προτείνεται η μαρσιποποίηση της κύστης , που είναι μια χρονοβόρα διαδικασία. Κατά τη μαρσιποποίηση διανοίγεται ένα παράθυρο επικοινωνίας της κύστης με το στοματικό περιβάλλον. Από το παράθυρο αυτό διενεργούνται πλύσεις της κυστικής κοιλότητας για μεγάλο χρονικό διάστημα και σε δεύτερο χρόνο η κύστη αφαιρείται.