Αλαμάνας 3, Μαρούσι (δίπλα στο Ιατρικό Κέντρο)

Βραγχιακή κύστη

ΒΡΑΓΧΙΑΚΗ ΚΥΣΤΗ

Στην πραγματικότητα οι βραγχιακές κύστεις περιγράφονται μαζί με άλλες νοσολογικές οντότητες, τους βραγχιακούς κόλπους και τα βραγχιακά συρίγγια, που θεωρείται ότι έχουν κοινή προέλευση. Η κοινή αυτή προέλευση είναι τα εμβρυικά υπολείμματα από τα βραγχιακά τόξα, δηλαδή σχηματισμούς που συμμετέχουν στο σχηματισμό της κεφαλής και του τραχήλου κατά την εμβρυϊκή ζωή. Στον άνθρωπο σχηματίζονται έξι ζεύγη βραγχιακών τόξων από τα οποία τα δύο τελευταία είναι υποτυπώδη. Υπάρχουν διάφορες θέσεις που μπορεί να αναπτυχθούν οι βραγχιακές κύστεις, οι βραγχιακοί κόλποι και τα βραγχιακά συρίγγια ανάλογα  με το τόξο, του οποίου έχουν παραμείνει υπολείμματα στον ενήλικα άνθρωπο. Μάλιστα θεωρείται ότι είναι οι βραγχιακές σχισμές αυτές που καταλείπουν τα υπολείμματα, δηλαδή οι θέσεις μεταξύ των τόξων. Συχνότερα σε ποσοστό πάνω από 90% ευθύνεται η δεύτερη βραγχιακή σχισμή και η κύρια παθολογική οντότητα είναι η κύστη και όχι ο κόλπος ή το συρίγγιο.

Ανωμαλίες της δεύτερης βραγχιακής σχισμής

Οι βραγχιακές κύστεις λοιπόν της δεύτερης βραγχιακής σχισμής είναι οι συχνότερες και εμφανίζονται χαμηλότερα από τη γωνία της κάτω γνάθου στον τράχηλο. Η ανάπτυξή τους είναι ταχεία (2 περίπου εβδομάδες) και ως επί το πλείστον συμβαίνει μετά από μια λοίμωξη του ανώτερου αναπνευστικού, όπως μια φαρυγγίτιδα. Ακριβώς για το λόγο αυτό συνήθως είναι επώδυνες ή το λιγότερο ευαίσθητες στην ψηλάφηση. Είναι ευπίεστες καθώς περιέχουν υγρό και χαρακτηριστικά ο ασθενής αναφέρει ότι νιώθει σαν να έχει στο λαιμό του ένα μπουκάλι με μισογεμισμένο ζεστό νερό. Μερικές φορές οι κύστεις μπορεί να πάρουν μεγάλες διαστάσεις, δηλαδή μέχρι και 8-10 εκατοστά. Όμως παραμένουν ευκίνητες σε σχέση με τους γύρω ιστούς και δεν μετακινούνται με την κατάποση ούτε με τις κινήσεις της κεφαλής.  Οι κύστεις  πολλές φορές συνοδεύονται και από ένα εμβρυικό  υπόλειμμα σαν συρίγγιο που ενώνει την κύστη με το εσωτερικό του φάρυγγα και συγκεκριμένα περίπου στη θέση που βρίσκεται η αμυγδαλή.

Η θεραπεία της κύστης είναι η ολική χειρουργική αφαίρεση μέσω οριζόντιας τομής που γίνεται στο δέρμα της πλάγιας τραχηλικής χώρας. Εκτός από την κύστη γίνεται διερεύνηση για την ύπαρξη πρόσθετου πόρου που οδηγεί στον αμυγδαλικό βόθρο. Η  επέμβαση γίνεται με γενική αναισθησία μιας και ο πόρος περνά μεταξύ των καρωτίδων θέση που χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή. Μετά την επέμβαση ο ασθενής καλύπτεται με αντιβίωση για 10 περίπου μέρες στην περίπτωση που της δημιουργίας της κύστης προηγήθηκε φαρυγγίτιδα ή αμυγδαλίτιδα. Διαφορετικά η αντιβίωση μπορεί να δοθεί για μικρότερο χρονικό διάστημα. Στις επιπλοκές της επέμβασης αναφέρεται και ο τραυματισμός δύο νεύρων, ενός που κινεί τη γλώσσα (του υπογλωσσίου νεύρου) και ενός που κινεί δύο μύες του λαιμού και της πλάτης (του παραπληρωματικού νεύρου). Πρόκειται για αρκετά σπάνιες επιπλοκές και αν συμβούν συνήθως η λειτουργία των νεύρων σύντομα επανέρχεται στο φυσιολογικό.

Τα βραγχιακά συρίγγια και οι κόλποι της δεύτερης βραγχιακής σχισμής είναι σπανιότερα και συνήθως εμφανίζονται κατά τη γέννηση ή λίγο μετά. Παροχετεύουν βλέννη στο εξωτερικό περιβάλλον προς τα κάτω και λίγο πίσω από τη γωνία της γνάθου. Ο πόρος μπορεί να συνδέει το δέρμα με το φάρυγγα, δηλαδή με την περιοχή περίπου που βρίσκεται η αμυγδαλή, όπως συμβαίνει με τα βραγχιακά συρίγγια. Αντίθετα στους βραγχιακούς κόλπους το ένα άκρο είναι τυφλό. Η θεραπεία και σε αυτές τις περιπτώσεις είναι η ολική χειρουργική εξαίρεση .

Ανωμαλίες της πρώτης βραγχιακής σχισμής

Είναι αρκετά σπάνιες και εμφανίζονται ψηλότερα σε σχέση με τις προηγούμενες, δηλαδή πιο προς το τριχωτό της κεφαλής. Μπορεί να εμφανιστούν ως κύστεις, ως συρίγγια και ως κόλποι. Είναι συνήθως δύο τύπων ανάλογα με τη θέση εντόπισης. Ο πρώτος τύπος σχετίζεται με το πτερύγιο του αφτιού και συνήθως εμφανίζεται λίγο χαμηλότερα από το άκρο του πτερυγίου του αφτιού. Αφαιρουνται χειρουργικά και σπάνια υποτροπιάζουν. Ο δεύτερος τύπος είναι ο δυσκολότερα αντιμετωπίσιμος από όλες τις ανωμαλίες όλων των βραγχιακών σχισμών. Και αυτό γιατί εμφανίζονται στην περιοχή της γωνίας της κάτω γνάθου αλλά συνεχίζονται προς τα πάνω περνώντας βαθύτερα από το νεύρο που κινεί το μισό πρόσωπο (το προσωπικό νεύρο) φτάνοντας μέχρι τη βάση του κρανίου, στο σημείο που η σφαγίτιδα φλέβα μπαίνει στο εγκεφαλικό κρανίο. Η χειρουργική αφαίρεση αυτών των νοσολογικών οντοτήτων είναι δύσκολή αλλά επιβεβλημένη. Επειδή μάλιστα για την ορθή χειρουργική τους αφαίρεση πρέπει να αφαιρείται και το επιφανειακό και το βαθύτερο τμήμα της παρωτίδος (ενός αδένα που παράγει σάλιο) η επέμβαση συνοδεύεται και από επιπλοκές. Δηλαδή μπορεί να δημιουργηθεί πρόβλημα με το νεύρο που κινεί το πρόσωπο, αλλά και από την τομή μπορεί να τρέχει σάλιο. Επίσης μπορεί κατά τη διάρκεια του φαγητού ο ασθενής μπορεί ιδρώνει στη σύστοιχη περιοχή του μετώπου.

Ανωμαλίες της τρίτης βραγχιακής σχισμής

Ακόμη σπανιότερες είναι οι ανωμαλίες της τρίτης βραγχιακής σχισμής, δηλαδή οι κύστεις, τα συρίγγια και οι κόλποι. Η κλινική τους εικόνα είναι παρόμοια με αυτή της δεύτερης βραγχιακής συσκευής, αλλά εντοπίζεται λίγο χαμηλότερα. Το δε σημείο που εμφανίζονται στο φάρυγγα είναι πιο κάτω από τον αμυγδαλικό βόθρο, κοντά στο λάρυγγα. Και εδώ η αντιμετώπιση είναι η ολική χειρουργική εξαίρεση